Αναφέρει, λοιπόν, ο αρθρογράφος: “Δεν μπορεί να πει κάποιος πως οι δημοσιογράφοι που απολύθηκαν ήταν οι χειρότεροι. Ειδικά στα καθεστωτικά ΜΜΕ έχουν παραμείνει τα πιο πιστά σκυλιά αλλά και πολλοί εγκλωβισμένοι που φοβούνται μη βρεθούν στον δρόμο και προσπαθούν να είναι φρόνιμοι και υπάκουοι.”. Για να αυτο-αναιρεθεί μόλις λίγες γραμμές πιο κάτω: “Η εξαφάνιση και η ανυπαρξία της πλειοψηφίας των δημοσιογράφων που έχασαν τις δουλειές τους μου λέει κάτι πολύ απλό: Δεν είχαν λόγο ύπαρξης στη δημοσιογραφία και πριν χάσουν τις δουλειές τους.”
Στο ίδιο κείμενο έχουμε από τον ίδιο άνθρωπο τόσο την παραδοχή ότι οι περισσότεροι απολυμένοι δεν ήταν κακοί δημοσιογράφοι, όσο και το ότι ήταν, δημοσιογραφικά μιλώντας, “ανύπαρκτοι”. Ας αποφασίσει, τέλος πάντων, τι ήταν οι απολυμένοι, γιατί κάποιος που έχει τη στοιχειώδη γνώση του τι έχει συμβεί στον κλάδο τα τελευταία χρόνια, γνωρίζει πολύ καλά ότι η μεγάλη πλειοψηφία των απολυμένων ήταν άνθρωποι αγωνιστές και άνθρωποι που δεν έσκυψαν το κεφάλι στην εργοδοσία. Επιπλέον, ήταν αυτοί που στοχοποιήθηκαν από την εργοδοσία, ακριβώς γιατί με τη δουλειά τους στέκονταν εμπόδιο στον ιδεολογικό ολοκληρωτισμό που επιχειρούν να εφαρμόσουν τα αφεντικά των ΜΜΕ. Ήταν δηλαδή εργαζόμενοι που αντιστάθηκαν τόσο από ιδεολογική όσο και από ταξική σκοπιά στα αφεντικά τους. Αυτούς λοιπόν τους απολυμένους συναδέλφους κανένας πιτσιρίκος δεν έχει το δικαίωμα να τους αποκαλεί γενικολογώντας “δημοσιογραφικά ανύπαρκτους”.
Στο πρώτο συμπέρασμα που καταλήγει το άρθρο είναι το εξής: “Πρέπει να είναι χαζός όποιος δημοσιογράφος θέλει και προσπαθεί να επιστρέψει σε κάποιο από αυτά τα καθεστωτικά ΜΜΕ.” Ο αγώνας, όμως, ενάντια στις απολύσεις, που πολλές φορές έχει ως προέκταση το αίτημα της επαναπρόσληψης, είναι πρώτα και κύρια αγώνας υπέρ της επιβίωσης, αφού ως γνωστόν, ο εργαζόμενος το μόνο που έχει για να μπορεί να ζήσει είναι η εργατική του δύναμη. Και αν αυτή δεν μπορεί να την πουλήσει κάπου, τότε πολύ απλά δεν μπορεί να επιβιώσει. Είναι επίσης και αγώνας φύση ταξικός, αφού κάθε αγώνας που υπερασπίζεται το δίκαιο του εργαζόμενου, στρέφεται πρώτα και κύρια ενάντια στα κέρδη του αφεντικού, οξύνοντας την αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας. Δεν αντιλαμβάνεται, επίσης, ο αρθρογράφος ότι μέσα στα καθεστωτικά ΜΜΕ λαμβάνει χώρα πέρα από τον ταξικό και ο ιδεολογικός αγώνας. Μιλάμε για τον αγώνα ενάντια στη λογοκρισία, ενάντια στη χειραγώγηση της πληροφορίας, ενάντια στην κατασκευασμένη είδηση, ενάντια στο προϊόν πληροφορία που ταυτίζεται με τις ιδεολογικές σκοπιμότητες του αφεντικού. Είναι ο αγώνας ενάντια στην αποξένωση του εργαζόμενου από το προϊόν εργασίας του – εν προκειμένω την μετάδοση της πληροφορίας. Και στα ΜΜΕ λοιπόν αυτός ο αγώνας δίνεται, πρέπει να δίνεται και δεν πρέπει να αφήνεται το προϊόν “μετάδοση της πληροφορίας” να περνάει από τα χέρια του εργαζόμενου στα χέρια του αφεντικού χωρίς αγώνα.
Είναι, λοιπόν, απολύτως χαζός, αυτός που οικειοθελώς αποδέχεται την απόλυσή του (και με αίτημα την επαναπρόσληψη) χωρίς αγώνα, ιδεολογικοποιώντας μάλιστα το γιατί δεν δίνει αυτόν τον αγώνα, α) γιατί η επιβίωσή του γίνεται αυτομάτως αμφίβολη β) φροντίζει να πλουτίζει το αφεντικό του σε βάρος του αμαχητί (ελπίζουμε ο αρθρογράφος να συμφωνεί ότι τα αφεντικά απολύουν για να αυξήσουν τα κέρδη τους) και γ) γιατί μέσα από την ανυπαρξία ταξικού και ιδεολογικού αγώνα των εργαζομένων ΚΑΙ στα καθεστωτικά ΜΜΕ, τα αφεντικά των μίντια επιβάλλουν ευκολότερα την ιδεολογική ποδηγέτηση ολόκληρης της κοινωνίας.
Το επόμενο ενδιαφέρον σημείο του συγκεκριμένου άρθρου είναι: “Θα περίμενε κάποιος –τουλάχιστον εγώ θα το περίμενα- πως όλο αυτό το δημοσιογραφικό δυναμικό που βγήκε στην ανεργία θα έμπαινε στη διαδικασία να δημιουργήσει νέα μέσα και να προσπαθήσει να κάνει δημοσιογραφία και να επιβιώσει.” Προτρέπει, δηλαδή, ο αρθρογράφος τους απολυμένους να απεκδυθούν το ρόλο του εργαζόμενου και να αυτοχριστούν αφεντικά. Να δημιουργήσουν νέα μέσα και απ’ αυτά να επιβιώσουν. Δεν γράφει καν να καταλάβουν οι εργαζόμενοι τα μέσα παραγωγής και να τα αυτοδιαχειριστούν δημιουργώντας ρήξη στις καπιταλιστικές σχέσεις. Μιλάει καθαρά για δημιουργία νέων μέσων, δηλαδή νέων επιχειρήσεων. Εδώ, χωρίς να γνωρίζουμε την ταξική θέση του αρθρογράφου θα θέλαμε να τον ρωτήσουμε α) για να ανοίξει κάποιος μια επιχείρηση δεν χρειάζεται και το απαραίτητο κεφάλαιο (κάτι που κατά κανόνα ο εργαζόμενος δεν έχει); και β) στην υπόθεση εργασίας που βρίσκει το κεφάλαιο, γίνεται αφεντικό και ανοίγει “νέα μέσα”, πώς γίνεται να μην αναπαράξει μέσα από μια καπιταλιστική επιχείρηση τις καπιταλιστικές σχέσεις εργασίας; Πώς αποφεύγει δηλαδή να γίνει ο ίδιος καπιταλιστής; Και εν πάσει περιπτώσει ποια είναι εκείνα τα παραδείγματα ανθρώπων που “άνοιξαν νέα μέσα” και πέτυχαν να “επιβιώσουν” χωρίς να εκμεταλλεύονται την εργασία υπαλλήλων τους;
Συνεχίζει λίγο παρακάτω: “Όμως, το διαδίκτυο υπάρχει. Και είναι πεδίο δόξης λαμπρό για του δημοσιογράφους που έχασαν τις δουλειές τους. Μπλογκ, σάιτ, web radio, web tv –και πολλά άλλα- είναι στη διάθεσή τους και σχεδόν δωρεάν”. Συμβουλεύοντας τον μπλόγκερ “πιτσιρίκο” να λειτουργήσει και ως δημοσιογράφος, θα τον προτρέπαμε να κάνει μια μικρή έρευνα ανάμεσα στους απολυμένους δημοσιογράφους και να διαπιστώσει ο ίδιος το ποσοστό των συναδέλφων που δεν έχουν καν πρόσβαση στο ίντερνετ, καθότι αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους. Μάλλον θα εκπλαγεί από το πόσο μεγάλο είναι αυτό το ποσοστό. Να κάνει επίσης μια έρευνα για το πόσο καποιος που ασκεί δημοσιογραφία μέσα από ένα προσωπικό “μπλογκ, σάιτ, web radio, web tv –και πολλά άλλα-” καταφέρνει να επιβιώσει μέσα από αυτό.
Και κλείνει το συγκεκριμένο άρθρο με το μεγαλειώδες: “Οι χιλιάδες ελεύθεροι δημοσιογράφοι –το «απολυμένοι» δεν μου αρέσει- έχουν την δυνατότητα να αποδείξουν ότι μπορούν να είναι ελεύθεροι. Για την ώρα, οι περισσότεροι νοσταλγούν την σκλαβιά.”Μάλιστα, το ακούσαμε και αυτό. Οι απολυμένοι είναι ελεύθεροι, ο αγώνας για την επαναπρόσληψη είναι λατρεία της σκλαβιάς και οι απολυμένοι δεν είναι απολυμένοι γιατί δεν αρέσει στον πιτσιρίκο. Δεν νομίζουμε ότι χρήζει περεταίρω σχολιασμού η συγκεκριμένη διαπίστωση. Αφήνουμε τους απολυμένους συναδέλφους μας να μας πουν πόσο ελεύθεροι νιώθουν, χωρίς νερό, φως, τηλέφωνο και φαί.
Επιμένουμε, λοιπόν, να φωνάζουμε:
ΟΙ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ – ΚΑΜΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΓΟΔΟΣΙΑ