Το παραπάνω βίντεο είναι από το δελτίο ειδήσεων του Alter της προηγούμενης Τρίτης 14/9, αλλά είναι ενδεικτικό της ιδεολογικής επίθεσης που δέχεται την τελευταία εβδομάδα ο κλάδος των οδηγών φορτηγών από το σύνολο των τηλεοπτικών (κι όχι μόνο) ΜΜΕ:
Πρώτα απ’ όλα, είναι ολοφάνερο ότι τα ΜΜΕ έχουν αντικαταστήσει οποιαδήποτε διαδικασία θεσμικού διαλόγου ανάμεσα σε εργαζόμενους και κράτος. Με απλά λόγια, το ΔΝΤ αποφασίζει, η κυβέρνηση εκτελεί τις αποφάσεις και τα ΜΜΕ αποτελούν τον θεσμό που διαχειρίζεται το κοινωνικό κόστος των αντιδράσεων, δίνοντας μεν βήμα στους συνδικαλιστές να εκφράσουν τις απόψεις τους, αλλά παίρνοντας συνεχώς και καταφανώς το μέρος των αφεντικών, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε κρατικός μηχανισμός άλλωστε.
Έτσι οι συνδικαλιστές που έχουν αναλάβει την τηλεοπτική υπεράσπιση των δικαιωμάτων του κλάδου τους βρίσκονται εξαρχής σε θέση κατηγορούμενου, να απολογούνται στις επαναλαμβανόμενες κραυγές/καταγγελίες των τηλεπαρουσιαστών ότι όλοι κατέχουν 20-30 άδειες και ότι κοιτάνε μόνο το οικονομικό τους συμφέρον ως συντεχνίας. Ο λόγος των οδηγών φορτηγών πάνω σε αυτό το ζήτημα ποτέ δεν ακούγεται, μιας και ο τηλεπαρουσιαστής έχει λόγω θέσης το πάνω χέρι στο τι θα ακουστεί στο δελτίο του. Απέναντι σε αυτό το είδος μονολόγου της τηλεοπτικής εξουσίας, οι συνδικαλιστές πολύ γρήγορα αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν τους τηλεπαρουσιαστές όπως τους αντιμετωπίζουν κι οι ίδιοι, ως ιδεολογικούς αντιπάλους, δηλαδή ως «γραφείο Τύπου της κυβέρνησης» κι όχι ως ανεξάρτητους «λειτουργούς» της «αντικειμενικής» ενημέρωσης, γύρω από μια σύγκρουση ενός κλάδου με την κυβέρνηση και το ΔΝΤ.
Στην περίπτωση του συγκεκριμένου δελτίου, ο εκπρόσωπος των φορτηγατζήδων κ. Τζωρτζάτος αδυνατούσε να ακουστεί στο δελτίο του Alter αφού ο λόγος του επικαλυπτόταν από τις κραυγές του κ. Χατζηνικολάου. Έτσι αναγκάστηκε να αντιστρέψει αρκετές φορές το επιχείρημα του τηλεπαρουσιαστή περί «κλειστών επαγγελμάτων», στρέφοντας το ενάντια στους δημοσιογράφους. Ο τηλεπαρουσιαστής, ενώ στην αρχή κάνει πώς δεν ακούει, μετά απαντάει ότι «εγώ ήμουν ενάντιος στο αγγελιόσημο» και συνεχίζει τον μονόλογο του απέναντι στους φορτηγατζήδες. Έτσι ο τηλεθεατής υποψιάζεται ότι και οι δημοσιογράφοι λειτουργούν μάλλον κι αυτοί ως συντεχνία μέσω του «αγγελιόσημου», που λογικά ένα 0,5% των τηλεθεατών πρέπει να γνωρίζει περί τίνος πρόκειται. Επομένως ο Χατζηνικολάου φαίνεται να είναι από τους λίγους, αν όχι ο μόνος που αντέδρασε μέσα στον κλάδο του για το αγγελιόσημο, οπότε δικαιώνεται ηθικά αυτός κι ο λόγος του απέναντι στη «συντεχνία των φορτηγατζήδων».
Όντας στην ευτυχή θέση του 0,5% αυτών που γνωρίζουν τι είναι το αγγελιόσημο, ένας φόρος από τα έσοδα των διαφημίσεων, τον οποίο καρπώνονται τα μέλη της ΕΣΗΕΑ με αντάλλαγμα το να κρατάν τις πόρτες της συντεχνίας τους κλειστές απέναντι στην πλειοψηφία των εργαζόμενων στην βιομηχανία των ΜΜΕ, ελέγχοντας έτσι τις εργατικές αντιστάσεις προς όφελος πάντα των αφεντικών τους, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε και με το παραπάνω τα περί κλειστού επαγγέλματος και δημοσιογραφικής συντεχνίας. Να προσθέσουμε απλά ότι η συγκεκριμένη συντεχνία έχει και μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με τις υπόλοιπες συντεχνίες: Είναι αυτή που μπορεί να τις δικάζει και να τις καταδικάζει όποτε κινητοποιούνται, μιας και σε αντάλλαγμα για το αγγελιόσημο (κι άλλες «εξυπηρετήσεις» προφανώς…) οι μεγαλοδημοσιογράφοι οφείλουν να γίνονται φερέφωνα των αφεντικών τους, που όντας μεγαλοκαπιταλιστές τυχαίνει να ενοχλούνται από οποιαδήποτε κινητοποίηση απειλεί την τάξη και την ασφάλεια των κερδών τους και των πολιτικών τους.
Αυτό που δεν γνωρίζαμε ακόμα κι εμείς ήταν η διαφοροποίηση του κ. Χατζηνικολάου απέναντι στο αγγελιόσημο. Μιας και το παραμύθι του «ηθικού και ακέραιου» δημοσιογράφου που διαφοροποιείται από τη συντεχνία του και παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να είναι στις κορυφαίες θέσεις αυτής, μόνο γέλιο μπορεί να μας προκαλέσει, καθίσαμε και αναρωτηθήκαμε πώς γίνεται ένας μεγαλοδημοσιογράφος να είναι κατά του αγγελιόσημου. Η μόνη απάντηση που βρήκαμε είναι ότι αυτό γίνεται όταν είναι ταυτόχρονα και ιδιοκτήτης ενημερωτικού site. Πράγματι οι ιδιοκτήτες ενημερωτικών sites είχαν αντιδράσει πριν κάτι μήνες σε επιχειρούμενη από την κυβέρνηση ρύθμιση που θα εξάπλωνε την υποχρέωση καταβολής αγγελιόσημου και στις διαφημίσεις των sites, μιας και κάτι τέτοιο θα δυσχέραινε την εισροή διαφημιστικών εσόδων στις διαδικτυακές επιχειρήσεις τους, ενώ ταυτόχρονα θα άνοιγε τον δρόμο στο να αναγνωριστεί η «πλέμπα» των εργαζόμενων σε sites/portals ως δημοσιογράφοι, με τα ανάλογα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζονται μόνο στα μέλη της συντεχνίας της ΕΣΗΕΑ. Και, ω ναι, ο κ. Χατζηνικολάου δεν είναι ένας «απλός εργαζόμενος», είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και τυχαίνει, πέραν μιας κυριακάτικης εφημερίδας, να είναι και ιδιοκτήτης ενημερωτικού site (real.gr)…
Όλα τα παραπάνω δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να φτάσουν στα αυτιά των εργαζόμενων τηλεθεατών. Αυτοί οφείλουν να οργίζονται με τη συντεχνία των φορτηγατζήδων και να μη γνωρίζουν απολύτως τίποτα για τη συντεχνία των μεγαλοδημοσιογράφων. Οφείλουν με άλλα λόγια να έχουν τηλεοπτική μνήμη λίγων δευτερολέπτων, ικανή να προσλαμβάνει μόνο τις επαναλαμβανόμενες κραυγές των αφεντικών γύρω από τις κινητοποιήσεις ενάντια στο μνημόνιο.
Στην αντίπερα όχθη της ενσωματωμένης στο στρατόπεδο των αφεντικών δημοσιογραφίας, βρίσκεται η ανάγκη για μια ενημέρωση που θα εμβαθύνει στο πώς και τα γιατί των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και των κινητοποιήσεων που προκαλούν. Μια τέτοια ενημέρωση θεωρούμε ότι θα πρέπει να αποφεύγει τις γενικεύσεις απέναντι σε κλάδους μικροϊδιοκτητών/εργαζόμενων που πλήττονται από το μνημόνιο, όντας ικανή να αντιλαμβάνεται τις διαφοροποιήσεις συμφερόντων που ενυπάρχουν στους συμμετέχοντες σε τέτοιες κινητοποιήσεις. Με άλλα λόγια, όπως κάποια μέλη της συντεχνίας της ΕΣΗΕΑ είναι ταυτόχρονα και ιδιοκτήτες sites, δηλαδή αφεντικά, έτσι και κάποια μέλη της συντεχνίας των οδηγών φορτηγών προφανώς κατέχουν κάποιων αριθμό αδειών, που τους κάνει επίσης αφεντικά. Κι αντίστροφα, όπως πολλά από τα μέλη της ΕΣΗΕΑ είναι απλοί εργαζόμενοι με έναν μισθό που επαρκεί όλο και λιγότερο για την αναπαραγωγή τους στην μετά μνημονίου εποχή, έτσι θεωρούμε ότι και αρκετοί φορτηγατζήδες κατέχουν μια άδεια με βάση την οποία τα φέρνουν επίσης βόλτα στις ίδιες δύσκολες συνθήκες για εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους.
Έπειτα, μια τέτοια ανάλυση μάλλον θα έβλεπε ως κεντρική αιτία πίσω από τέτοιου είδους οξυμένες συγκρούσεις μια διαδικασία προλεταριοποίησης μικροαστικών στρωμάτων, με την όποια αλληλεγγύη/απόσταση συνεπάγεται για τον καθένα μας ο βαθμός προλεταριοποίησης/ μικροαστικοποίησης του κάθε εργαζόμενου και του κάθε κλάδου. Εφ’ όσον ο εχθρός του εχθρού μας δεν είναι κατ’ ανάγκην φίλος μας, είναι κατανοητή η απόσταση απέναντι στα μικροαστικά περιεχόμενα ενός αγώνα ή ακόμα και απέναντι στη συντηρητική/αντιδραστική φυσιογνωμία μικρής ή μεγάλης μερίδας των συμμετεχόντων (μια απόσταση που καλό θα ήταν να εξισορροπείται πάντως κι από έναν προβληματισμό γύρω από τον αριθμό των «καθαρών» από το μικρόβιο της μικροαστικής ιδεολογίας κοινωνικών/εργατικών αγώνων…). Από την άλλη, δεν είναι η επίθεση που δέχονται οι αγωνιζόμενοι από τους ιδεολογικούς και κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, αλλά η μαχητικότητα που αποδεικνύουν απέναντι τους, αυτή που δημιουργεί το κοινό έδαφος αλληλεγγύης απέναντι στον κοινωνικό αυτοματισμό και τον ολοκληρωτισμό της σύγχρονης τηλεοπτικής δημοκρατίας.