Ένα κοινό σημείο τόσο στις αναλύσεις για τον Δεκέμβρη, όσο και σε αυτές για την αποχή, είναι η κατηγοριοποίηση των φαινομένων κι ο τεμαχισμός των υποκειμένων γίνεται με βάση την έννοια της «πολιτικοποίησης». Ο Δεκέμβρης δεν είχε θεσμικά αιτήματα, άρα ο κόσμος δεν ήταν πολιτικοποιημένος (όπως π.χ. το 73), ένας στους δυο πολίτες προτιμά το μπανάκι του από το να ψηφίσει, άρα επίσης ένας στους δυο Έλληνες είναι αυτό που λέμε απολίτικος. Ας ξεκινήσουμε από την έννοια της πολιτικής λοιπόν, κι ας μας εξηγήσει όποιος κάνει τέτοιου τύπου αναλύσεις πώς την εννοεί, γιατί ανάλογα με την χρήση της στο λόγο, στην έννοια πολιτική μπορεί να αντιστοιχεί είτε το ενδιαφέρον και η συμμετοχή στα κοινά, στις εξελίξεις, στην δημόσια σφαίρα, στην ταξική πάλη κτλ. κτλ., είτε εκείνη η διαχωρισμένη από την υπόλοιπη ζωή μας σφαίρα στην αστική κοινωνία όπου κάποιοι (πολιτικοί) αναλαμβάνουν εξ’ ονόματι όλων να διαχειριστούν τα κοινά, την δημόσια σφαίρα, τις εξελίξεις, την ταξική πάλη κτλ. κτλ.
Με βάση την πρώτη έννοια, τα κινήματα του ’60 αποφάνθηκαν πώς το καθετί στην ζωή μας είναι πολιτικό, από τις ερωτικές σχέσεις και την διατροφή μας, μέχρι και την αξιοποίηση ενός καυτού τριημέρου. Η επιλογή του να επιτεθείς ή να φύγεις από την μητρόπολη επειδή μπούχτισες από την ρουτίνα του σπίτι, δουλειά, μπαρ, tv και από την κενότητα των σχέσεων που αναπαραγαγονται σε αυτήν, είναι λοιπόν μια ΠΟΛΙΤΙΚΟΤΑΤΗ επιλογή που εκφράστηκε από πολύ κόσμο και τον Δεκέμβρη και στις ευρωεκλογές, είτε ως καταστροφή της μητρόπολης, είτε ως απομάκρυνση από αυτήν. Ακόμα κι η επιλογή του να μη μιλήσεις (για) πολιτικά είναι επίσης μια πολιτική επιλογή. Αυτό το ξέρουμε καλύτερα από όλους οι εργαζόμενοι/ες στα ΜΜΕ. Δεχόμενοι κι επεξεργαζόμενοι καθημερινά ένα πλήθος πληροφοριών, με το που φεύγουμε από την δουλειά, θέλουμε πολλές φορές να κάνουμε οτιδήποτε άλλο από το να μεταδίδουμε τις ίδιες πληροφορίες και τον συνακόλουθο «θόρυβο» της δουλειάς, με τον ίδιο τρόπο που ένας εργάτης σε βιομηχανία παραγωγής σωλήνων δεν θέλει στον ελεύθερο χρόνο του να ακούει για «σωλήνες» (που λέει κι ένα underground τραγουδάκι).
Προχωρώντας προς την δεύτερη έννοια της πολιτικής, αυτήν που την τοποθετεί δίπλα στην έννοια της αστικής δημοκρατίας ως τον διαχωρισμένο χρόνο ενασχόλησης με τα κοινά που καρπώνονται οι πολιτικοί ως υπεραξία, το μότο «το προσωπικό είναι και πολιτικό» μετατρέπεται σε «το πολιτικό είναι ενάντια στο προσωπικό». Το ευρισκόμενο σε βαθιά κρίση πολιτικό σύστημα, αντιλαμβάνεται την σαπίλα του, την απομάκρυνση της διαχωρισμένης σφαίρας της πολιτικής από την καθημερινή ζωή και μην έχοντας βρει άλλη λύση καλεί τον κόσμο να θυσιάσει το προσωπικό για χάριν του πολιτικού, να αναπαραγάγει την σαπίλα. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι ότι μπροστάρης σε αυτόν τον πληροφοριακό πόλεμο που εξαπέλυσε το σύστημα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για την διάσωση της πολιτικής, μπήκε η αριστερά «των κινημάτων και της οικολογίας», αυτοί δηλαδή που επικαλούνται την καθημερινότητα είτε ως σύγκρουση (κινήματα) είτε ως ποιότητα ζωής (οικολογία). Η αριστερά και η πολιτική οικολογία κατάφερε να εκφράσει την σαπίλα της πολιτικής και της οικολογίας με τον πιο απόλυτο τρόπο: «χάσε ένα μπάνιο», θυσίασε δηλαδή κάθε ευχάριστη στιγμή που αναζητάς στην καθημερινότητα σου, «για να χάσουν τον ύπνο τους», για να στηρίξεις δηλαδή εμάς που θέλουμε κατά τ’ άλλα να κάνεις μπάνια, να έχεις ελεύθερο χρόνο, δημόσιους χώρους κτλ κτλ.
Κι από την άλλη τι πιο λογικό, από το να διατηρηθεί η δύναμη που κοντά έναν αιώνα τώρα εκφράζει σταθερά αυτές τις «θυσίες», αυτόν τον διαχωρισμό της πολιτικής συνείδησης (της επανάστασης) από την καθημερινότητα του εργάτη. Η ίδια δύναμη που είδε εχθρικά τον Δεκέμβρη, γιατί αυτός αμφισβητούσε την πρωτοκαθεδρία του πολιτικού στα κινήματα. Και το Κόμμα ξέρει να κάνει καλά την δουλειά του, σε αντίθεση με τις παραφυάδες του, που έναν ολόκληρο Δεκέμβρη έψαχναν αποτυχημένα να αποκαταστήσουν αυτήν την πρωτοκαθεδρία και έξι μήνες μετά ζήτησαν από τον κόσμο να αναδείξει την αποτυχία τους στα κινήματα και στις κάλπες…
Τέλος, το στρατόπεδο που αντιμετωπίσαμε στον δρόμο τον Δεκέμβρη, το μπλοκ που συνενώνει συνταξιούχους νοικοκυραίους, φοβισμένους μικροαστούς και μαχαιροβγάλτες νεοναζί είναι το κατ’ εξοχήν μπλοκ που θα εκφραστεί δυνατά στις κάλπες, αφού ισχύει γι’ αυτό ότι και για το ΚΚΕ: ενδυναμώνονται πάνω στον φόβο των κινημάτων και του «αγνώστου» που αυτά επαγγέλλονται (επανάσταση, διεθνισμός), ενώ εκφράζουν την δυναμική συντήρησης του υπάρχοντος συστήματος. Πάνω απ’ όλα εκφράζουν την προστασία των διαχωρισμών εντός της εργατικής τάξης και κυρίως του εθνικού διαχωρισμού, ο οποίος απειλείται με την κινητικότητα του μεταναστευτικού προλεταριάτου και τις κινήσεις αντίστασης που ξεπροβάλλουν ορμητικά από τους μετανάστες και εκφράστηκαν και τον Δεκέμβρη. Τέλος οι φασιστονοικοκυραίοι δεν αντιμετωπίζουν διαρροές από μπάνια και παραλίες, αφού είναι η κατ’ εξοχήν φιγούρα που εκφράζει τον διαχωρισμό/υπεροχή του πολιτικού σε σχέση με το προσωπικό: Μπορεί να είσαι μαυριδερός, 1,40 απόγονος τουρκοαρβανιτών και να φαντασιώνεσαι την φυσική υπεροχή σου ως μέλος της «άριας φυλής», ή μπορεί να είσαι νοικοκυραίος μεσ’ στην μιζέρια και την γκρίνια για τους πολιτικούς και τους μετανάστες, που φαντασιώνεται τον στρατό και την αστυνομία που θα επιβάλλουν την τάξη.
Αυτό το στρατόπεδο, σίγουρα είναι επικίνδυνο και πάντα ήταν. Όμως η εκλογική του άνοδος δεν εκφράζει αυτή την στιγμή τόσο μια κοινωνική του άνοδος, όσο μια κοινωνική του συσπείρωση/άμυνα. Πάντα υπήρχαν, ειδικά στην Ελλάδα οι ταγματασφαλίτες πάντα φρόντιζαν να διαιωνίζουν το είδος τους, απλώς τώρα έχασαν τον δρόμο τον Δεκέμβρη και προσπαθούν να τον ξανακερδίσουν μέσω της πολιτικής τους συσπείρωσης/δύναμης. Το πιο ανησυχητικό με αυτό το στρατόπεδο είναι ότι επιτίθεται όταν οι δρόμοι αδειάζουν και το καλοκαίρι είναι η καλύτερη περίοδος για να βάλουν μπροστά πλάνα αντιμετώπισης του «εσωτερικού εχθρού», που ίσως είχαν παγώσει λόγω ευροεκλογών. Όπως και να έχει όμως είναι ένας εχθρός που με κανέναν τρόπο δεν αντιμετωπίζεται στην έδρα του (στις κάλπες) αλλά εκεί που πραγματικά αλλάζουν τα πράγματα, στους δρόμους.
η φωτογραφία είναι από http://zetazeros.wordpress.com/